“Η ΠΟΛΗ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΚΟΙΜΑΤΑΙ”
Πίσω στις αρχές του 80, ντεβιλιασμένα μπολντόρια πρωταγωνιστούσαν στους “αυτοσχέδιους αγώνες”, νύχτα πάντα και χωρίς φεγγάρι, η πρώτη γέφυρα μετά τη Ρενό στην Εθνική ο τερματισμός, η Αύρα υπερυψωμένη εξέδρα για θεατές VIP, τα πιτς με τους μηχανικούς, τους σπόνσορες και τα κορίτσια στην εκκίνηση, τα έπαθλα στον τερματισμό, ο γύρος του θριάμβου πίσω στην πόλη με γκαζιές, ως μεταμεσονύκτιο χαστούκι στον ύπνο των νοικοκυραίων που ζούσαν στο δικό τους κόσμο.
Αντίθετα με τα Γερμανικά και τα Αγγλικά εκείνης της εποχής που διασώζονται ακόμα και κυκλοφορούν τσίλικα, σχετικά λίγα BOLDOR (750 & 900) έχουν επιβιώσει, όσα δεν ανατινάχτηκαν, τσακίστηκαν ή κατασχέθηκαν, κρύφτηκαν επικηρυγμένα από το Νόμο αναπολώντας τις στιγμές θριάμβου που έζησαν …
Ένα τέτοιο 750 ποτισμένο με αδρεναλίνη, από τα πρώτα 16βάλβιδα που κυκλοφόρησαν, βρήκε και περιποιήθηκε ο φίλος μας ο Βασίλης από τα Τρίκαλα.
Για να θυμηθούμε λίγο Ιστορία, η HONDA CB750 λανσαρίστηκε για πρώτη φορά το 1969, ως η πρώτη Ιαπωνική superbike με πρωτοποριακή τεχνολογία, επικεφαλής μονό εκκεντροφόρο (SOHC) που οδηγούσε οκτώ βαλβίδες, εμπρός δισκόφρενο-καινοτομία για την εποχή και τις χαρακτηριστικές 4 σε 4 εξατμίσεις. Παρέμεινε στην παραγωγή έως το 1978, χρονιά ορόσημο που άλλαξε ο κινητήρας σε δεκαεξαβάλβιδο με διπλό επικεφαλής εκκεντροφόρο (DOHC) και συνέχισε έτσι ηρωικά έως το 1997 με το τελευταίο φαιριγκάτο F2 …
Η συγκεκριμένη είναι του 1979 (DOHC), επετειακή έκδοση BOLDOR από τον ομώνυμο 24ωρο αγώνα και το χρυσό κύπελλο ως έπαθλο που κέρδισε αρκετές φορές. Ο Βασίλης τη βρήκε σε κατάθλιψη (!), ξεχασμένη μετά από ηρωικές μάχες σε μία αποθήκη σ’ ένα χωριό και την περιμάζεψε αναλαμβάνοντας την ευθύνη να την ξαναστήσει στα πόδια της και να της θυμίσει το λιοντάρι που ήταν κάποτε !
Φυσικά η μοτοσυκλέτα λύθηκε εις τα εξ ων συνετέθη, ο σκελετός, πριν τη νέα βαφή, δέχτηκε αμμοβολή για να αποτινάξει τα σημάδια του χρόνου, το πίσω μέρος υπέστη μετατροπές κατά τα γνωστά (upswept frame loop) για να ταιριάζει με το νέο στυλ μαζί με την νέα χειροποίητη σέλα (σε στυλ brat ), ενώ το ρεζερβουάρ έμεινε το γνήσιο βαμμένο σε μία πολύ όμορφη ομολογουμένως διχρωμία.
Το πιρούνι έμεινε γνήσιο, λύθηκε επισκευάστηκε και έχασε 4 εκατοστά από την διαδρομή του χαμηλώνοντας το μπροστινό μέρος, τα απαραίτητα κλιπονς είναι ρυθμιζόμενα, το φανάρι γνήσιο και τα “αυτιά” (headlight clamps) είναι universal, ενώ το μπροστινό φτερό καταργήθηκε (μ’ αρέσει αυτή η λέξη !). Τα φρένα επίσης δέχτηκαν περιποίηση, οι δίσκοι είναι καινούργιοι όπως φαίνεται στις φωτογραφίες, οι δαγκάνες και οι τρόμπες γνήσιες και επισκευασμένες.
Aντίστοιχα πίσω τοποθετήθηκαν after market ρυθμιζόμενα αμορτισέρ -3 εκατοστά για να ισορροπήσει η μετατροπή και … τίποτε άλλο, φτεράκια, φαναράκια, λασπωτήρες κλπ είναι για τα παπιά, για την πινακίδα πίσω ουδέν σχόλιον, ποτέ δεν είχαν τέτοιο πράμα φορεμένο τα μπολντόρια, είναι θέμα παράδοσης πολλά χρόνια τώρα, η ιστορία λέει ότι κανένα δεν πιάστηκε ζωντανό σε μπλόκο …
Στον κινητήρα τέλος, έγινε ένα γενικό σερβις, αλλάχτηκαν όλες οι φλάντζες με καινούργιες και γυαλίστηκαν όλα τα αλουμινένια μέρη του συμπεριλαμβανομένων και των κάρτερ. Φυσικά μία καινούργια εξάτμιση 4 σε 1 με τελικό από τιτάνιο, και τέσσερις φιλτροχοάνες του άξιζαν, θα ήθελα πολύ να είμαι παρών στην πρώτη μιζιά που καθάρισε το λαιμό του πριν αρχίσει πάλι να βρυχάται μετά από τόσα χρόνια απραξίας …
Δεν ξέρω πόσοι μάγκες απ’ αυτούς που το είχαν στα νιάτα του κυκλοφορούν ακόμα γύρω μας, πόσοι τινάζουν το κεφάλι αναγνωρίζοντας τον χαρακτηριστικό του ήχο από μακριά και πόσοι κοντοστέκονται και κολάνε σφίγγοντας τα μάτια από νοσταλγία για τις εποχές που περάσαν. Ξέρω όμως πόσοι νέοι σέβονται ακόμα τους ήρωες και τα όπλα τους και πόσες νεανίδες συνεχίζουν να το χαζεύουν όπως και οι μαμάδες τους τότε και χαίρομαι . . .