Μέρος 1
Το πρώτο άρθρο του αφιερώματός μας στις Scrambler μοτοσυκλέτες, τις συνήθεις μετατροπές και παραδείγματα μετατροπών, εστιαζόμενα στην ελληνική πραγματικότητα και σε πρώτη φάση βρίσκοντας εφαρμογή στο Honda Dominator NX650.
-
ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Τι είναι μια μοτοσικλέτα scrambler ; Πίσω στη δεκαετία του 50, υπήρχε ένα είδος αγώνα που ονομαζόταν «scramble in England». Τυπικά Αγγλικό σπορ, υπήρχαν ελάχιστοι κανόνες – πάς από εδώ μέχρι εκεί όσο πιο γρήγορα μπορείς, και το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής ήταν cross country. Το scrambler σαν λέξη σημαίνει ένα είδος ανορθόδοξου τρεξίματος και αναρρίχησης στα τέσσερα. Αργότερα, το άθλημα χωρίστηκε στο γνωστό μετέπειτα trial και το επίσης γνωστό motocross. Στις ΗΠΑ διοργανώνονταν τα περίφημα «desert scrambles” στην έρημο της Καλιφόρνια, όπου μηχανές δρόμου είχαν τροποποιηθεί για «αγώνα» εκτός δρόμου. Αυτό ακριβώς γινόταν πριν αρχίζουν να πωλούνται dirt bikes από τις εταιρίες.
Στα μέσα της δεκαετίας του 60 και αφού οι ιδιοκατασκευές “scramblers” είχαν φουντώσει, εφευρέθηκε από τους κατασκευαστές μοτοσυκλετών η κατηγορία “street scrambler”, ως επί το πλείστον ως κίνηση μάρκετινγκ αλλά με λαμπρό μέλλον που δεν είχαν αρχικά φανταστεί. Οι μηχανές αυτές ήταν βασισμένες στα αντίστοιχα μοντέλα δρόμου και είχαν τροποποιηθεί ώστε να μοιάζουν με μηχανές που θα μπορούσαν να κινηθούν και εκτός δρόμου. Το ” Street Scrambler ” είχε γενικά μικρότερο ντεπόζιτο από τις μηχανές δρόμου, σε αντιστοιχία με τις αγωνιστικές που είχαν ντεπόζιτο αρκετά μεγάλο ίσα ίσα για να τελειώσουν τον αγώνα. Επίσης, είχε ψηλά τοποθετημένες εξατμίσεις για να μην βρίσκουν εύκολα κάτω και για να μειωθεί η πιθανότητα να περάσει νερό στον κινητήρα αν σβήσει κατά την διέλευση ποταμού. Το τιμόνι ήταν φαρδύ με κεντρική μπάρα για επιπλέον στιβαρότητα και για να μη στραβώνει εύκολα κατά τις πτώσεις. Το μπροστινό φρένο ήταν ταμπούρο και όχι δισκόφρενο, ακόμα και μετά την εμφάνιση τους στις αρχές του 70, γιατί οι χωματεροί δεν εμπιστεύονταν ακόμα τα δισκόφρενα, ειδικά σε υγρές συνθήκες. Τα φτερά ήταν γενικά μικρότερα και αλουμινένια για εξοικονόμηση βάρους, ο προβολέας μικρότερος, αλλά κατά τα άλλα δεν υπήρξαν σοβαρές αλλαγές που θα τα έκαναν πραγματικά οχήματα off road, όπως αυτά που έτρεχαν στους αγώνες της εποχής.
Οι αλλαγές styling που είχαν αυτά τα scrambler, τα έκαναν άβολα για το δρόμο , οι σωλήνες των εξατμίσεων ψηλά έκαιγαν τα πόδια του αναβάτη, το μικρό ντεπόζιτο περιόριζε πολύ την αυτονομία, τα τρακτερωτά λάστιχα δημιουργούσαν επιπλέον κραδασμούς στην κίνηση , τα φρένα ήταν αδύναμα για το δρόμο , το ίδιο και τα φώτα.
Παρ’ όλα αυτά γνώρισαν μεγάλη επιτυχία, μετεξελίχθηκαν και συνεχίζουν να παράγονται μέχρι σήμερα (η γνωστή κατηγορία on-off). Στην πορεία όλων αυτών των ετών, υπέστησαν πολλές μεταλλάξεις σύμφωνα με τις επιταγές της αγοράς (πάλι το marketing) και τις ανάγκες χρήσης των αναβατών και σήμερα η ευρεία γκάμα περιλαμβάνει από «μαστόδοντα» (1000+ κυβικά) μέχρι «ημικαθαρόαιμα» μονοκύλινδρα.
Βέβαια η εικόνα του αρχέγονου μονοκύλινδρου/δικύλινδρου scrambler πάντα μιλούσε στην ψυχή των πορωμένων και ρομαντικών μοτοσυκλετιστών και ορισμένοι από τους πρώτους «ιστορικούς» κατασκευαστές, ακόμα και σήμερα συνεχίζουν να έχουν στην γκάμα τους τέτοιες κατασκευές.
-
Ο ΙΑΠΩΝΑΣ ΠΡΟΓΟΝΟΣ
HONDA CL77
Η CL77 Scrambler 305 ήταν στενός συγγενής της Honda C77 Dream και του CB77 της δεκαετίας του 1960 και ήταν η πρώτη εργοστασιακή ιαπωνική μοτοσυκλέτα της κατηγορίας.
– Οι Street scramblers της Honda (με τα αρχικά CL) στηρίζονταν στις μοτοσικλέτες δρόμου της εταιρίας (με τα αρχικά CB) με κάποιες μετατροπές για να επιτρέψουν και την οδήγηση εκτός δρόμου. Η CL77 διέφερε από το CB77 σε μια κάποια νευραλγικά σημεία. Κατ’ αρχήν χρησιμοποιήθηκε ένα στιβαρότερο σωληνωτό πλαίσιο με μπροστινό downtube, το οποίο έδωσε επιπλέον ακαμψία απαραίτητη για τις καταπονήσεις της εκτός δρόμου οδήγησης. Για να αυξηθεί η απόσταση από το έδαφος, είχε ψηλά τοποθετημένες εξατμίσεις κατά μήκος της αριστερής πλευράς της μοτοσικλέτας. Η κατάργηση της μίζας που είχαν τα CB, είχε σκοπό την μείωση του βάρους. Είχε ένα μικρής χωρητικότητας ντεπόζιτο, φυσούνες στο πιρούνι για προστασία από τις λάσπες, 19 ιντσών εμπρός και πίσω τροχούς, ελαστικά με τραχύ πέλμα (τα ονόμαζε universal), ένα ψηλότερο τιμόνι με κεντρική μπάρα, και μινιμαλιστικά φτερά αλουμινίου. Το βάρος της είχε πέσει στα 160 Kg, βελτιώνοντας τις επιδόσεις και διευκολύνοντας την κίνηση στο χώμα.
Ο μοντέρνος 305 κυβικών εκατοστών δικύλινδρος κινητήρας ήταν ένα διαμάντι τεχνολογίας και αξιοπιστίας για την εποχή. Επιπλέον ήταν γρήγορος και πολύστροφος, είχε εκκεντροφόρο επικεφαλής και ισχύ 28,5 Hp στις 9000 rpm (!), δηλαδή φιλοσοφία διαμετρικά αντίθετη από τους χαμηλόστροφους κινητήρες εποχής της Ευρωπαϊκής και αμερικάνικης σχολής . Αυτό όμως που κέρδιζε τους μηχανόβιους της εποχής ήταν ότι οι CL77 έβγαζαν ένα δυνατό και πολύ ξεχωριστό ήχο από τον 180 μοιρών εν σειρά δικύλινδρο, έχοντας ελεύθερες εξατμίσεις με μικρά εσωτερικά διαφράγματα. Λέγεται ότι ακόμα και αυτό ήταν τμήμα του όλου concept, για να χτυπήσει τους γνωστούς αντίπαλους κατασκευαστές από την Αγγλία που μονοπωλούσαν την αγορά μέχρι τότε. Μάλιστα λέγεται ότι ο όρος «slip on εξάτμιση» από τότε εφευρέθηκε και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα, αλλά ο ξεχωριστός αυτός ήχος τους σήμερα έχει ξεχαστεί.
Το 1968, ο Larry Berquist και Gary Griffen κέρδισαν τον δεύτερο επίσημο αγώνα Baja 1000 με ένα CL77 αποδεικνύοντας και την off-road αξιοπιστία του μοντέλου και η Honda κέρδισε φήμη και πωλήσεις φυσικά.
Οι CL συνέχισαν να παράγονται και την δεκαετία του 70 και στην γκάμα τους περιλαμβάνονταν και μονοκυλινδρα μικρού κυβισμού (ξεκινούσαν από 50 cc) , ενώ τα δικύλινδρα ανέβηκαν μέχρι τα 450 cc. To τελευταίο CL250 που λανσαρίστηκε τη δεκαετία του 80 μοιραζόταν τον κινητήρα της γνωστής σειράς XL.
Η Honda, τιμής ένεκεν, μέχρι πρόσφατα είχε στην παραγωγή ένα street scrambler μοντέλο, εκσυγχρονισμένο σε εμφάνιση αλλά με το ίδιο αρχικό concept. Είναι το γνωστό SLR 650 (για τους υποψιασμένους τα αρχικά του μοντέλου υποκρύπτουν την λέξη ScrambLeR !) με κινητήρα και πλαίσιο ίδιο με το γνωστό DOMINATOR 650.